look out - ορισμός. Τι είναι το look out
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι look out - ορισμός


look out         
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Look Out!; Look out; Look Out (disambiguation)
I.
(Active.) Search for, look up.
II.
(Neuter.) Be on the watch, be on one's guard, beware, be circumspect.
look out         
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Look Out!; Look out; Look Out (disambiguation)
see look
11
look out         
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Look Out!; Look out; Look Out (disambiguation)
v.
1) (d; intr.) to look out for ('to watch for') (the police were looking out for burglars)
2) (d; intr.) to look out for ('to protect') (to look out for one's own interests)
3) (d; intr.) to look out on, onto ('to face') (our windows look out onto the square)

Βικιπαίδεια

Look Out
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για look out
1. They are constantly on the look–out for government informers.
2. Look out for an evening football match at Pacaembu stadium.
3. Arnett‘s head was shaved every two weeks, and he was forbidden to look out the window.
4. Under the proposal, police would also look out for mobile phone users and seatbelt offenders.
5. "Clearly we have been on the look–out for three years.